Ο μητρ. Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας δεν αναίρεσε ποτέ δημοσίως τις αιρετικές του θέσεις. Αντιθέτως τιμήθηκε μάλιστα γι’ αυτές.
Παρουσιάζουμε συγκεντρωτικὰ κακόδοξες θέσεις τοῦ κεκοιμημένου πιὰ μητροπ. Περγάμου κ. Ἰω. Ζηζιούλα, ἑνὸς αἱρετίζοντος ἐπισκόπου στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως αὐτὲς παρουσιάστηκαν σὲ καταγγελία διαμαρτυρίας πρὸς τὴν Ἱερὰν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τὸ 2011:

Ο …σκερτσωζος Ζηζιουλας.
1. ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ
Ξεκινᾶμε μὲ τὴν ἐξέταση μιᾶς θέσεως –θεμελιακῆς ἀξίας γιὰ τοὺς οἰκουμενιστές–, τὴ γνωστὴ «Βαπτισματικὴ Θεολογία», ποὺ γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀποτελεῖ αἵρεση καὶ τῆς ὁποίας διδάσκαλος εἶναι καὶ ὁ μητροπ. Περγάμου.
Ἡ αἵρεση αὐτὴ ἀνατρέπει ὁλοτελῶς τὴν θεμελιακὴ διδασκαλία τῆς Εκκλησίας, πὼς ὑπάρχει μόνο Μία Ἐκκλησία, «εἷς Κύριος, μία πίστις, ἓν βάπτισμα» (Ἐφ. 4, 5). Κατὰ τὸν κ. Ζηζιούλα καὶ τὴν «Βαπτισματικὴ Θεολογία», καὶ τὸ ἐκτὸς Ἐκκλησίας βάπτισμα εἶναι ἔγκυρο, ἂν καὶ τελεῖται ἀπὸ αἱρετικό! Μόνη προϋπόθεση ποὺ θέτουν οἱ οἰκουμενιστές, εἶναι τὸ Βάπτισμα νὰ τελεῖται στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Γράφει σχετικὰ ὁ Περγάμου: «Τὸ Βάπτισμα δημιουργεῖἕνα ὅριον εἰς τὴν Ἐκκλησίαν. ΤὸΒάπτισμα, Ὀρθόδοξονἢμή, ὁριοθετεῖ τὴν Ἐκκλησίαν, ἡὁποία περιλαμβάνει Ὀρθοδόξους καὶἑτεροδόξους… Ἐκτὸς βαπτίσματος δὲν ὑπάρχει Ἐκκλησία». Ἀντιθέτως, «ἐντός τοῦ βαπτίσματος, ἔστω καὶἂν ὑπάρχη μία διάσπασις, μία διαίρεσις, ἕνα σχίσμα, δυνάμεθα νὰὁμιλῶμεν διὰἘκκλησίαν»!
Ἄρα, μέσα στὰ βαπτισματικὰ ὅρια ποὺ θέτει ὁ κ. Ζηζιούλας, στοιβάζονται Ὀρθοδόξοι καὶ αἱρετικοί, πολλὰ βαπτίσματα καὶ πολλὲς αἱρετικὲς “ἐκκλησίες”! Καὶ βέβαια δι’ αὐτῆς τῆς θεωρίας, παραβαίνονται κατάφορα πολλοὶ Ἱ. Κανόνες καὶ «διευκολύνεται» ἡ ἐπικράτηση καὶ στὸν ὀρθόδοξο χῶρο τῆς οἰκουμενιστικῆς ἰδεολογίας τῶν ἑτεροδόξων.
Παραδείγματα: α) Ἡ περὶ «βαπτισματικῆς θεολογίας» αἱρετικὴ δοξασία ἔλαβε σάρκα καὶ ὀστᾶ στὴν «Συμφωνία τοῦ Μπάλαμαντ», ποὺ ἀποδέχτηκαν ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Στὸ κείμενο αὐτὸ διαβάζουμε περὶ τοῦ «κοινοῦ βαπτίσματος»: «Ἀπὸ τὶς δύο πλευρὲς (ΡΚαθολικοὺς καὶὈρθόδοξους) ἀναγνωρίζεται ὅτι αὐτὸ ποὺὁ Χριστὸς ἐνεπιστεύθη στὴν Ἐκκλησία Του …δὲν δύναται νὰ θεωρῆται ὡς ἡἰδιοκτησία τῆς μιᾶς μόνον ἀπὸ τὶς Ἐκκλησίες μας. Στὰ πλαίσια αὐτὰ εἶναι προφανὲς ὅτι κάθε εἴδους ἀναβαπτισμὸς ἀποκλείεται».
β) Ἀλλὰ καὶ ὁ πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος ἀποδέχτηκε τὴν αἵρεση αὐτὴ σὲ «ΚοινὸἈνακοινωθὲν» μετὰ τοῦ Πάπα Ἰωάννη-Παύλου (29//6/95), μὲ τὴν δήλωση: «Παρακινοῦμε τοὺς πιστούς μας, Καθολικοὺς καὶὈρθοδόξους, νὰἐνισχύσουν τὸ πνεῦμα τῆς ἀδελφότητας, τὸὁποῖο προέρχεται ἀπὸ τὸἕνα βάπτισμα».
γ) Τὸν Μάϊο τοῦ 2002 μὲ πρωτοβουλία τοῦ καρδινάλιου Βάλτερ Κάσπερ καὶ μὲ συμμετοχὴ ἑτεροδόξων Ἐκκλησιῶν καὶ τῶν ἐκπροσώπων τῆς Ἕνωσης τῶν ὈρθοδόξωνἘκκλησιῶν στὴ Γερμανία (KOKiD) ὑπογράφτηκε κείμενοἀμοιβαίας ἀναγνώρισης τοῦ βαπτίσματος ἑτεροδόξων-Ὀρθοδόξων: «Παρ’ ὅλες τὶς διαφορὲς στὴν ἀντίληψη γιὰτὴν Ἐκκλησία, ὑφίσταται μεταξύ μας μία βασικὴ συμφωνία ὡς πρὸς τὸ βάπτισμα. Γι’ αὐτὸ καὶἀναγνωρίζουμε κάθε βάπτισμαποὺἔχει τελεστεῖ …μὲ τὴν συμβολικὴ πράξη τῆς κατάδυσης στὸ νερὸἢ τῆς ἐπίχυσηςμὲ νερό… Αὐτὴἡἀμφίδρομη ἀναγνώριση τοῦβαπτίσματος ἐκφράζει τὸν θεμελιωμένο στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ δεσμὸ τῆς ἑνότητας»! Ἄρα κι ἐδῶ ἔχουμε πλήρη ἀποδοχὴ τοῦ βαπτίσματος τῶν αἱρετικῶν!
Ἔτσι ὁ κ. Ζηζιούλας, ἀντὶ «νὰἐλέγχει τοὺς αἱρετικοὺς καὶ νὰ τοὺς νουθετεῖ, μήπως ἐπιστρέψουν ἀπὸ τὴν πλάνην των» (ὅπως συνιστοῦν οἱ Πατέρες καὶ γράφει ὁ ἅγ. Νικόδημος), ἀντὶ νὰ ἀποφεύγει τὶς συμπροσευχὲς (ὅπως οἱ Οἰκουμ. Σύνοδοι ἔχουν νομοθετήσει), τολμᾶ ἀπὸ καθέδρας διδασκαλικῆς νὰ «ἐπικυρώνει» τὸ αἱρετικὸ βάπτισμα, ἀναβαθμίζοντας ἔτσι τὶς αἱρετικὲς κοινότητες σὲ «ἐκκλησίες»!
Ὁ Ἅγ. Ἀθανάσιος, ὅμως, (ἂν ἀκόμα πιστεύουμε κι ἀκολουθοῦμε τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας) θεωροῦσε τὴν ὀρθὴ πίστη ὡς ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τοῦ βαπτίσματος: «Ὁ Σωτὴρ οὐκ ἁπλῶς ἐνετείλατο βαπτίζειν», ἀλλὰ πρῶτα εἶπε «μαθη-τεύσατε» καὶὕστερα «βαπτίζετε…, ἵν’ ἐκ τῆς μαθήσεως ἡ πίστις ὀρθὴ γένηται, καὶ μετὰπίστεως ἡ τοῦ βαπτίσματος τελείωσις προστεθῇ. Πολλαὶ γοῦν καὶἄλλαι αἱρέσεις λέγου-σαι τὰὀνόματα μόνον, μὴ φρονοῦσαιδὲὀρθῶς, ὡς εἴρηται, μηδὲ τὴν πίστιν ὑγιαίνουσα ἔχουσαι, ἀλυσιτελὲς(=χωρὶς κανένα ἀποτέλεσμα)ἔχουσι καὶ τὸ παρ’ αὐτῶν διδόμενον ὕδωρ, λειπόμενον εὐσεβείᾳὥστε καὶ τὸν ραντιζόμενον παρ’ αὐτῶν ρυπαίνεσθαι μᾶλλον ἐν ἀσεβείᾳἢλυτροῦσθαι» (Μ. Ἀθανασίου, Κατὰ Ἀρειανῶν 2, 42-43, PG 26, 237B).
Γι’ αὐτὴν κι ἄλλες παρόμοιες κακοδοξίες τίμησε ἡ Ἀκαδημία Βόλου καὶ ὁ κ. Ἰγνάτιος, «τὸν βετεράνο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ κ. Ζηζιούλα, ὁὁποῖος ἀποτελεῖ κλασσικὸν παράδειγμα ὀρθοδόξου ἐκφυλισθέντος ἐκκλησιολογικῶς, διὰ τῆς συμμετοχῆς του εἰς τὴν λεγομένην Οἰκουμενικὴν Κίνησιν» (Καθηγητὴς Ἰω. Κορναράκης). Οἱ Ἅγιοι, ὅμως, ποὺ ἀγωνίστηκαν καὶ θυσιάστηκαν γιὰ τὴν διατήρηση τῆς Πίστεως, ἐθλίβησαν βλέποντας νὰ τιμᾶται ὁ αἱρετίζων κ. Ζηζιούλας, ὄχι μόνον στὴν Ἀκαδημία μὰ καὶ μέσα στὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ καὶ ὅσα ἀκολουθοῦν, γίνεται κατανοητὸ γιατὶ τολμοῦμε νὰ χαρακτηρίζουμε ἕνα μητροπολίτη ὡς αἱρετικό· διότι, παρόλο ποὺ οἱ θέσεις του ἔχουν κατηγορηθεῖ ἐπὶ αἱρέσει, συνεχίζει νὰ τὶς κηρύττει, μὴ δεχόμενος ἀντιρρήσεις καὶ διάλογο γι’ αὐτές.
2. Η ΘΕΩΡΙΑ τῶν ΚΛΑΔΩΝ, τῶν ΑΔΕΛΦΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ καὶ τῶν ΔΥΟ ΠΝΕΥΜΟΝΩΝ
Ἡ «βαπτισματικὴ θεολογία», ὅμως, συμπλέκεται καὶ μὲ ἄλλες αἱρετικὲς θωρίες: «τῶν κλάδων», τῶν «ἀδελφῶν ἐκκλησιῶν» καὶ τῶν «δύο πνευμόνων. Τοῦτο φαίνεται ἀπὸ τὴν Συμφωνία στὸ Μπάλαμαντ, στὴν ὁποία ἐπανειλημμένως ὑποστηρίζεται ἡ θέση: «Θεωροῦμεν τὴν ἀμοιβαίαν ταύτην ἀναγνώρισιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὀντότητος τοῦβαπτίσματος, παρὰ τὰς διαιρέσειςἡμῶν, πλήρως σύμφωνον πρὸς τὴν ἀέναον διδασκαλίαν ἀμφοτέρωντῶν ἐκκλησιῶν»! Ἀλλ’ αὐτὰ «τὰ συμπεράσματα καὶ τὸὅλον Συμφωνηθὲν Κείμενον, ἀντιπροσωπεύουν Δυτικὸν σκεπτικισμόν» γράφει ὁ καθηγητὴς π. Γεώργιος Δράγας, καὶ ἡ «ἀποδοχή των ὑπὸὈρθοδόξων θεολόγων σημαίνει μᾶλλον σκόπιμον προδοσίαν τῶν ὀρθοδόξων θέσεων καὶὑποταγὴν εἰς τὰς δυτικὰς οἰκουμενιστικὰς προοπτικάς!»2.
Ὁ μητροπολίτης Περγάμου, ἐπίσης, θεωρεῖ ὅτι «ἡἘκκλησία, περιλαμβάνουσα Χριστιανοὺς Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως, εἶναι ”ἀοράτως ἡνωμένη” (Ὀρθόδοξοι καὶ αἱρετικοί), καὶ ἀποδέχεται τὸ ἐφεύρημα τοῦ Βατικανοῦ, τὴν θεωρία τῶν “δύο πνευμόνων”», πρὸς ἅλωσιν τῆς ὀρθοδοξίας. Ἀπευθυνόμενος, λοιπόν, ὁ κ. Ζηζιούλας «πρὸς τὸν Πάπα Ἰωάννη Παῦλο B’ (τὸ 1998), ἐτόνιζε τὴν ἀνάγκη ”ἐπιταχύνσεως τῆς διαδικασίας ἀποκαταστάσεωςτῆς πλήρους κοινωνίας ἡμῶν [ὀρθοδόξων-παπικῶν]… Ὡς εὐστόχως ἐξέφρασε τοῦτο ἡὙμετέρα Ἁγιότης (συνέχιζε τότε ὁ κ. Ζηζιούλας), ἡἈνατολὴκαὶἡ Δύσις ἀποτελοῦν τοὺς δύο πνεύμονας διὰ τῶν ὁποιων ἀναπνέει ἡἘκκλησία» (περ. «᾿Επίσκεψις», ἀριθ. 559/31.7.1998).
Ὥστε ἡ Μία, Ἁγία καὶ ἄσπιλος νύμφη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, ἔχει «δύο πνεύμονες» καὶ ἀσφαλῶς δύο καρδιές. Ὁ ἕνας πνεύμων –θὰ σκεπτόταν κάθε ὀρθόδοξος– εἶναι ὑγιής, καθότι ὀρθόδοξος, τὸ ἴδιο καὶ ἡ μία καρδιά, ἐνῶ ἀντιθέτως τὰ ἀντίστοιχα ζωτικὰ ὄργανα τῶν παπικῶν θὰ εἶναι ἄρρωστα, καθόσον αἱρετικά. Ὄχι, λέγει ὁ κ. Ζηζιούλας. Ὅλα τὰ ὄργανα, καὶ αὐτὰ τῆς ἀσπίλου Ἐκκλησίας ἔχουν πρόβλημα. Καὶ τὸ πρόβλημα θὰ λυθεῖ, ὄχι ὅταν ἀποκηρύξουν τὶς πλάνες τους οἱ αἱρετικοί, ὄχι ὅταν ἐπιστρέψουν στὴν Μία Ἐκκλησία καὶ ἀποδεχθοῦν νὰ ἀρδεύεται ἡ ἄρρωστη καρδιά καὶ ὁ ἄρρωστος πνεύμων ἀπὸ τὰ ὑγιῆ, ἀλλὰ ὅταν ἐπιτευχθεῖ «ἑνότης» διὰ συμβιβασμῶν!!! Πουθενὰ ἡ λέξις «μετάνοια». Γράφει: «Ἡἑνότης αὐτῶν εἶναι οὐσιώδηςδιὰτὴνὑγιᾶζωὴν τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶἈποστολικῆς Ἐκκλησίας“»! (περ. «᾿Επίσκεψις», ὅπ. παρ.). Καί: «Ἡἑνότητα θὰἀπαιτήσει ἀλλαγὲς καὶἀπὸ τὶς δύο πλευρές…, “μιὰπροσαρμογὴ καὶἀπὸ τὶς δύο πλευρές”. Γιὰ τοὺς Ὀρθοδόξους, εἶπε (ὁ κ. Ζηζιούλας), αὐτὸ σημαίνει ἀναγνώριση, ὅτι ὑπάρχει μιὰ καθολικὴχριστιανικὴἐκκλησία σὲἕνα ἐπίπεδοὑψηλότεροἀπὸἐκεῖνο τῶν ἐθνικῶν τους ἐκκλησιῶν καὶὁἐπίσκοπος τῆς Ρώμης εἶναι ἡπαραδοσιακή της κεφαλή”»! (orthodoxia-pateriki.blogspot.com). Καὶ ἄρα, τὸν ρόλο τῆς κεφαλῆς σ’ αὐτὸ τὸ ἀλλόκοτο «ἐκκλησιαστικὸ» σῶμα τῶν οἰκουμενιστῶν, θὰ τὸν παίξει ὁ αἱρετικὸς Πάπας!
Ποιός δὲν κατανοεῖ ὅτι μὲ αὐτὰ τὰ λόγια ὁ κ. Ζηζιούλας κηρύσσει «ἕτερον Εὐαγγέλιον»; Ποιός δὲν θλίβεται, συνειδητοποιώντας ὅτι μὲ τὴν υἱοθέτηση ἀπὸ αὐτόν, τὸν(καθ’ ὑπόθεσιν)ὀρθόδοξο ἐπίσκοπο τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν τῆς «Βαπτισματικῆς Θεολογίας», τῆς «θεωρίας τῶν κλάδων» καὶ τῶν «δύο πνευμόνων» ρίπτονται εἰς τὸν κάλαθον τῶν ἀχρήστων χιλιάδες σελίδες ἀπὸ τὰ Πατερικὰ κείμενα, διὰ τῶν ὁποίων οἱ Πατέρες καταπολέμησαν τὶς κακοδοξίες τῶν αἱρετικῶν; Ποιός δὲν ἀντιλαμβάνεται ὅτι ἀπροκάλυπτα ὁ Περγάμου ἀποδέχεται ὅτι ἡ μάνα του ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἄρρωστη, συκοφαντώντας την ἀσπλάχνως, ἀφοῦ προϋπόθεση νὰ καταστεῖ ὑγιὴς εἶναι ἡ ἕνωσή της διὰ συμβιβασμῶν μὲ τὴν Παπικὴ Ἐκκλησία; Οἱ ἐπίσκοποι (κι ὄχι μόνο αὐτοὶ) ποὺ βλέπουν τοὺς διπλωματούχους οἰκουμενιστὲς νὰ διαλύουν τὴν Ἐκκλησία θὰμείνουν ἀπαθεῖς;
3. ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ
Μέχρι σήμερα οἱ πολλοὶ γνώριζαν ὅτι ὁ μητρ. Περγάμου εἶναι ὑποστηρικτὴς τῆς αἱρετικῆς «βαπτισματικῆς θεολογίας» καὶ τῆς «θεωρίας τῶν κλάδων». Οἱ καθηγητὲς ὅμως, Μ. Φαράντος, Ἰω. Κορναράκης, π. Δημ. Μπαθρέλλος, π. Νικ. Λουδοβίκος, Χρ. Σταμούλης κ.ἄ., διακρίνουν ὑπερβολές, ὄχι μόνο στὶς ἄλλες πλευρὲς τοῦ ἔργου του, ἀλλὰ καὶ σ’ ἐκεῖνο, ποὺ διαπραγματεύεται περὶ τῆς «εὐχαριστιακῆς ἐκκλησιολογίας», χρεώνοντάς του δηλαδὴ μιὰ ἀκόμα δεινὴ αἵρεση!
Γράφει ὁ καθηγ. Δογματικῆς Χρ. Σταμούλης στὸ «Ἄσκηση καὶ Εὐχαριστία»: Γιὰ τὴν «εὐχαριστιακὴ ἐκκλησιολογία» ἡ προτεραιότητα βρίσκεται στὴν Εὐχαριστία, ἡ ὁποία θεωρεῖται ὡς ἡ μοναδικὴ ἔκφραση ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας. Μὲ τὴν θεωρία (ὅπως τὴν διδάσκει ὁ κ. Ἰω. Ζηζιούλας), «φθάσαμε σὲ μία ἐκκλησιολογία ὅπου δὲν ὑπάρχει θέσηοὔτε γιὰἱερέα, ἀλλὰ οὔτε καὶ γιὰλαϊκό…, ὅπου ἀγνοεῖταιἡἐκκλησιαστικὴκοινότητα…, παρόλο τὸν λεκτικὸὑπερτονισμό τους… Τούτη ἡἐκστατικότητα, ἄλλωστε, ἐμφανίζεται σὲὅλο σχεδὸν τὸἔργο τοῦἸω. Ζηζιούλα, καθὼς διατρέχει μὲ τὴν ἴδια ἔνταση τὴν Τριαδολογία (ὀντολογικὴ προτεραιότητα τοῦ Πατέρα)… Ἄμεσο ἀποτέλεσμα ὅλων τῶν παραπάνω ἡἰδεολογικοποίηση τῆς πίστης». Αὐτὴ ἡ θέση «ἀποτελεῖπράξη ἀποδόμησης τῆς Ἐκκλησίας, πράξη διαίρεσης τοῦ κοινοῦ σώματος… Ὑποδηλοῦν ὅτι ἡΕὐχαριστία τῶν Ἐνοριῶν δὲν εἶναι αὐτοτελὴς καὶ αὐτόνομος, ἀλλὰ προέκταση τῆς εὐχαριστίας τοῦἘπισκόπου, καὶὅτι συνεπῶς ἡἐνορία δὲν μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ“καθολικὴἐκκλησία”» (Χρ. Σταμούλη).
Ἡ κατάστρωση τοῦ μακρόπνοου σχεδίου γιὰ τὴν ἅλωση τῆς Ὀρθοδοξίας ἀνήκει στὸ Βατικανό, ἀλλ’ ἡ «εὐχαριστιακὴ ἐκκλησιολογία» καὶ ἡ κατασκευὴ ἑνὸς Πρωτείου μὲ ὀρθόδοξα ὑλικά, ποὺ ἀποδέχτηκε νὰ κατασκευάσει ὁ κ. Ζηζιούλας, ἔχουν σκοπὸν νὰ παραπλανήσουν τοὺς Ὀρθοδόξους γιὰ νὰ ἀποδεχθοῦν τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
5. Εὐχαριστιακὴἐκκλησιολογία καὶ στὸ βάθος τὸ ΠΡΩΤΕΙΟ.
Μὲ διάφορα κείμενα, λοιπόν, ὁ Περγάμου κηρύσσει τὴν κακόδοξη «Εὐχαριστιακὴ ἐκκλησιολογία». Ἀντιπροσωπευτικὸ δεῖγμα ἀποτελοῦν τὸ βιβλίο του «Ἡ Κτίση ὡς Εὐχαριστία» καὶ τὸ ἄρθρο-ὁμιλία: «Ὁἐπίσκοπος ὡς προεστὼς τῆς Θείας Εὐχαριστίας».
Στὸ βιβλίο αὐτὸ –κατὰ τὸν Φαράντο– «ὁ κ. Ζ. ἐξαίρει τὴν θ. Εὐχαριστία μονομερῶςὡς ἀναφορὰ δώρων πρὸς τὸν Θεό, παραθεωρεῖ δὲἢ καὶ στηλιτεύει τὸν χαρακτῆρα αὐτῆς ὡς θυσίας…». Στὸ συγκεκριμένο ἔργο τοῦ κ. Ζηζιούλα παρατηρεῖται «ὁ τέλειος παρα-μερισμὸς τῆςὈρθοδόξουἘκκλησίας ὡς τῆςἘκκλησίας, –ὁ κ. Ζ. ὁμιλεῖ διαρκῶς (σ.σ. γενικὰ) περὶἘκκλησίας ἢ χριστιανικῆς Ἐκκλησίας–, ἡἀποψίλωσις τῆς θ. Εὐχαριστίας ὡς ἁπλῆς εὐχαριστιακῆς ἀναφορᾶς –ἓν στοιχεῖον ἀποδεκτὸν ἐπὶ οἰκουμενικῆς βάσεως–, μὲσύγχρονον ἀπόρριψιν τοῦἰδίου –διὰ τοὺς Ὀρθοδόξους– χαρακτῆρος αὐτῆς ὡς θυσίας, ἡτελεία περιφρόνησις τῆς παραδόσεως…, ἡ τελεία ἀποσιώπησις τῶν Οἰκουμ. συνόδων»!
Ἀλλ’ καὶ ὁ καθηγητὴς Κορναράκης ἐξασκεῖ κριτικὴ στὸ ἴδιο ἄρθρο καὶ εἰδικὰ στὸ ἑξῆς σημεῖο: «Τὸ κατεξοχὴν ἔργον τοῦἘπισκόπου (γράφει ἐκεῖ ὁ κ. Ζηζιούλας) εἶναι ἡπροεδρία τῆς Θ. Εὐχαριστίας. …Ὅλα τὰἄλλα ἔργα του εἶναι δευτερεύοντα γιατὶὅλα τὰἄλλα νοηματίζονται ἀπὸ τὴ σχέση τοὺς μὲ τὴ Θ. Εὐχαριστία. ὉἘπίσκοπος στὴν οὐσία δὲν εἶναι διοικητής, εἶναι λειτουργός, εἶναι εἰκὼν Χριστοῦ, …δὲν μποροῦμε νὰπαρακάμψουμε τὴν εἰκόνα καὶ νὰ φθάσουμε ἀπευθείας στὸ πρωτότυπο. Μὲἄλλα λόγια δὲν μποροῦμε νὰ προσευχόμεθα ἀπευθείας στὸ Χριστό, ἀλλὰ πρέπει νὰπαρεμβάλλεται ἡ εἰκόνα του, ὁἘπίσκοπος»! Διαφορετικὰ «ἡἐπικοινωνία μας μὲ τὸ Θεὸπαρακάμπτει τὸν ἀνθρωπο καὶ πραγματοποιεῖται μέσῳ τῆς φαντασίας»!!!
Ὅλα αὐτά, ὅμως, ἀποδεικνύονται φαντασιώσεις τοῦ κ. Ζηζιούλα, ἀφοῦ κατὰ τὸν καθηγητὴ Κορναράκη, ἂν «ἀνατρέξουμε στὸ κείμενο τῆς Θ. Λειτουργίας στὸἹερατικόν, θὰἰδοῦμε ὅτι ἄλλος εἶναι τὸ κέντρο τῆς Θ. Εὐχαριστίας καὶ ὄχι ὁἘπίσκοπος». Στὸ Ἱερατικόν, λοιπόν, διαβάζουμε πὼς ὁ ἱερέας «πρὸ τοῦ τέμπλου, θὰ ζητήσει τὴν “χεῖρα” τοῦΔεσπότου Χριστοῦ, γιὰ νὰἐπιτελέσει τὴν ἀναίμακτο θυσία… «Κύριε, ἐξαπόστειλόν μοι τὴν χεῖρά σου…»» καὶ ὄχι «τὴν χεῖρα τοῦοἰκείου ἐπισκόπου». Στὴν ἀκολουθίαν τῆς Ἀναφορᾶς «ἡ πρόσκληση τοῦ λαοῦ νὰ προσέλθει, …γίνεται διὰ τῶν λόγων τοῦ Κυρίου καὶὄχι διὰ τοῦἘπισκόπου! “Λάβετε φάγετε…”. Γιὰ τὴν καθαγίαση τῶν τιμίων δώρων ὁἱερέας λειτουργὸς ἀπευθύνεται πρὸς τὸν Κύριο, ποὺ εἶναι συγχρόνως θύτης καὶ θῦμα. Καὶ στὸσημεῖο τοῦτο ἡ παρουσία ἢ μετοχὴ τοῦἘπισκόπου εἶναι ἀνύπαρκτη: “…Καὶ ποίησον τὸν μὲν Ἄρτον τοῦτον…”. Πρὸ τῆς Θ. μεταλήψεως καὶ πάλι ἡ σχετικὴ εὐχὴ τοῦἱερέως θὰἀπευθυνθεῖστὸν θυσιασθέντα Κύριο καὶὄχι στὸν Ἐπίσκοπο: “Πρόσχες Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ… καὶἐλθὲ εἰς τὸἁγιάσαι ἡμᾶς…”. Ἀπὸ τὸ κείμενο αὐτὸ τῆς Θ. Λειτουργίας δὲν προκύπτει ὅτι ὁἘπίσκοπος εἶναι προεστὼς τῆς Θ. Εὐχαριστίας, μὲ τὸ νόημά ποὺ θέλει ὁ Σεβ. κ. Ἰωάννης Ζηζιούλας…”! ἩΘ. Λειτουργία, λοιπόν, εἶναιἀκραιφνῶς χριστοκεντρικὴκαὶ καθόλου ἐπισκοποκεντρική! …ὉἘπίσκοπος μνημονεύεται (ἁπλῶς) ὡς ὁἐκκλ. διοικητικὸς προϊστάμενος…» (Κορναράκη Ἰω., «Θεοδρομία», Ἰαν. 2006).
Ἀπ’ αὐτὴ τὴ θέση καὶ ὕβρι τοῦ κ. Ζηζιούλα προκύπτει καὶ τὸ ἑξῆς ἐρώτημα: Ὅταν ὁ ἐπίσκοπος εἶναι αἱρετικός, ἀλλὰ δὲν ἔχει καταδικασθεῖ ἀκόμα ἀπὸ Σύνοδο, οἱ πιστοὶ ποὺ ἀρνοῦνται τὴν ἐπικοινωνία μὲ αὐτόν, δὲν μποροῦν νὰ ἐπικοινωνήσουν μετὰ τοῦ Θεοῦ;
Σύμφωνα μὲ τὴν ἐκκλησιολογία τοῦ Περγάμου, χωρὶς τὴν παρέμβαση τοῦ ἐπισκόπου εἶναι ἀδύνατη ἡ μετὰ τοῦ Θεοῦ ἐπικοινωνία. Σύμφωνα μὲ σύμπασα τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, ὅμως, καὶ τοὺς βίους τῶν Ἁγίων, ἀσφαλῶς ἡ ἐπικοινωνία μετὰ τοῦ Θεοῦ εἶναι δυνατὴ καὶ χωρὶς τὴν παρέμβαση τοῦ Ἐπισκόπου, ὅπως συνέβη μὲ τὸν ἅγ. Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, παρ’ ὅλο ποὺ δὲν ἀνεγνώριζε 4 Πατριάρχες –ποὺ ἦσαν «ὀρθόδοξοι» μόνον κατ’ ὄνομα, ἀλλ’ αἱρετικοὶ στὰ φρονήματα–, τῶν ὁποίων ἀκριβῶς ἡ αἵρεση ἀποτελοῦσε ἐμπόδιο νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸ Θεό. Ὅπως συνέβη μὲ τὸν ἅγ. Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ: ὅταν καθαιρέθηκε καὶ φυλακίστηκε ἀπὸ τὸν πατριάρχη Καλέκα, ἡ προσευχή του δὲν ἦταν ψευδὴς ἢ φανταστικὴ (ὅπως θέλει ὁ κ. Ζηζιούλας), ἐπειδὴ τάχα δὲν δεχόταν νὰ παρεμβάλλεται ἡ εἰκόνα τοῦ αἱρετικοῦ Πατριάρχη Καλέκα. Ὅπως συνέβη μὲ Ἁγίους ποὺ ἐδιώκοντο ἢ εἶχαν καθαιρεθεῖ ἀπὸ κακόδοξους Πατριάρχες, δηλ. τοὺς Ἁγίους Ἀθανάσιο, Ἰωάννη Χρυσόστομο, Ἰωάννη Δαμασκηνό, Θεόδωρο Στουδίτη (ποὺ χωρὶς νὰ μνημονεύει τὸν Ἐπίσκοπο τελοῦσε Θ. Λειτουργία στὴ φυλακή), Ἀθανάσιο Πάριο, Νεκτάριο Αἰγίνης, κ.λπ.
Ἡ «εὐχαριστιακὴ ἐκκλησιολογία» τοῦ κ. Ζηζιούλα, τελικά, εἶναι ὁ Δούρειος ἵππος, μέσῳ τοῦ ὁποίου θὰ ἑνωθεῖ τὸ μεγαλύτερο τμῆμα τῶν μελῶν τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μὲ τὸ Βατικανό. Διότι ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ «κάθε εξουσία» στὴν Ἐκκλησία («ἁγιαστική, ποιμαντικὴ καὶ ἡ λεγομένη διοικητική») «πηγάζει ἀπὸ τὴν εὐχαριστία» καὶ αὐτὸν ποὺ κατέχει τὴν «προεδρία τῆς Θ. Εὐχαριστίας», τότε ὁ Προεστὼς τῆς Εὐχαριστίας μεταμορφώνεται σὲ πηγὴ εξουσίας καὶ αὐθεντίας, στὴν σεβασμιότητα τοῦ ὁποίου ἀνήκει ἀπόλυτη ὑπακοή, ἀφοῦ θὰ εἶναι περιβεβλημένος ὅλο τὸ μυστηριακό, ἐσχατολογικὸ καὶ θεσμικὸ φορτίο ἱερότητος, ἄνευ μάλιστα τοῦ ὁποίου (ὅπως εὐθέως διδάσκει ὁ Περγάμου) δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ προσεγγίσουμε τὸν Κύριο. Ἔτσι παρακάμπτεται καὶ ἀπὸ τὴν Λειτουργία καὶ ἀπὸ τὴν καθημερινὴ ζωὴ ὁ λατρευόμενος Κύριος, ὁ «προσφέρων καὶ προσφερόμενος» Χριστός, καὶ τὴ θέση του καταλαμβάνει ὁ Προεστώς, πίσω ἀπὸ τὸν ὁποῖο κρύβεται ἐπιμελῶς καὶ θὰ κάνει τὴν ἐμφάνισή του ἐν τῷ καταλλήλῳ καιρῷ τὸ ἀποκρουστικὸ πρόσωπο καὶ Πρωτεῖο τοῦΠάπα, ὅπως τοῦτο διαπιστώθηκε εἰς τὸ Θ’ Διαχριστιανικὸ Συμπόσιον (Δεκέμβριος 2005) παπικῶν καὶ ὀρθοδόξων. Ἐκεῖ, αἱρετικοὶ καὶ ὀρθόδοξοι συμφώνησαν πώς: «ἡ“Εὐχαριστηριακὴἐκκλησιολογία”εἶναι δυνατὸ νὰἀποτελέσει σημαντικὴβάσηπροσεγγίσεως τῶν δύο Ἐκκλησιῶν, στὰ πλαίσια τοῦ οἰκουμενικοῦ διαλόγου, γιὰ τὴν κατανόηση τῆς λειτουργίας τοῦἘπισκοπικοῦ πρωτείουστὴν τοπικὴἐκκλησία στὰπλαίσια τοῦ Μυστηρίου τῆς Θ. Εὐχαριστίας»! (Κορναράκη Ἰω.).
Ὅπως βλέπουμε, “Εὐχαριστηριακὴ ἐκκλησιολογία” καὶ Πρωτεῖο πᾶνε μαζί. Ἔτσι, στὶς 23 Φεβρουαρίου 2008 στὴν Ἀκαδημία τοῦ Βόλου ὁ κ. Ζηζιούλας, ἐρωτώμενος γιὰ τὸ Μυστήριο τῆς Ἱεραρχίας, δὲν διστάζει νὰ συγκρίνει τὰ ἀσύγκριτα· τολμᾶ νὰ εἰσάγει τὴν «εἰδωλολατρικὴ» ἔννοια τῆς ἀναλογίας μεταξὺ τῆς Ἱεραρχίας καὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος· καὶ θεολογεῖ περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος μὲ ἐφόδιο ὄχι τὸν θεῖο φωτισμό, ἀλλὰ τὸν ὀρθολογισμό, ποὺ ἀνέκαθεν ἐξάγουν τὰ βατικάνεια, προτεσταντικὰ καὶ οἰκουμενιστικὰ ἐργαστήρια. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ κάνει μὲ ποιά σκοπιμότητα; Γιὰ νὰ δικαιολογήσει τὸ Πρωτεῖο τοῦ Πάπα! Μᾶς διδάσκει, λοιπόν, τὴν κακόδοξη θεωρία ὅτι μέσα στὴν Ἁγία Τριάδα ἔχουμε κάποιου εἴδους «διαβάθμηση»! Μᾶς λέγει, «οὔτε λίγο οὔτε πολύ, ὅτι ὁ Κύριος εἶναι δεύτερος Θεός». Ἂς ἀκούσουμε τοὺς κακόδοξους λόγους του:
«Ὁπρῶτος λοιπὸν αὐτομάτως γεννᾷ τὴν Ἱεραρχία. ὈντολογικὰἡἹεραρχία ὑπάρχει καὶστην Ἁγ. Τριάδα. Ἡ πηγή, ἡἈρχή, εἶναι ὁ Πατήρ, ἀπὸ ’κεῖ πηγάζουν τὰ πρόσωπα τῆς Ἁγ. Τριάδος. Στὴν Ἁγία Τριάδα, λοιπόν,ἔχουμεμία διαβάθμιση,δὲν ἔχουμε αὐτόματησυνύπαρξη,ἀλλὰἔχουμεὕπαρξηἡὁποίαμεταφέρεταιἀπὸτὸνἕναν στὸν ἄλλον.Ἐὰν βάλουμε τὰ πρόσωπα νὰἐμφανίζονταιἔτσιταυτόχρονα, τότε καταργοῦμε τὴν ἔννοια τῆς αἰτιότητος. Ἡ αἰτιότητα δὲν εἶναι κάτι ποὺ μποροῦμε νὰ παραβλέψουμε».
Σταματοῦμε ἐδῶ γιὰ νὰ παραθέσουμε λίγες φράσεις τῶν θεοφωτίστων θεολόγων τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ ἁγ. Γρηγορίου καὶ τοῦ ἁγ. Συμεὼν τοῦ νέου θεολόγου, ποὺ κάνουν σκόνη τοὺς ἀφώτιστους συλλογισμοὺς ποὺ ἔχει πλάσει μὲ τὸ μυαλό του καὶ χρησιμοποιεῖ ὁ κ. Ζηζιούλας, μεταφέροντας ἀνθρώπινες ἔννοιες στὸ Θεό. Γράφει ὁ Ἅγ. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: «Λίαν αἰσχρόν… ἐκ τῶν κάτω τῶν ἄνω τὴν εἰκασίαν λαμβάνειν, καὶ τῶν ἀκινήτων ἐκ τῆς ρευστῆς φύσεως». Καὶ συνεχίζει: «Διότι δὲν πρέπει… νὰ μεταφέρουμε στὸν Θεὸ καὶ ὅλες τὶς ἀνθρώπινες καὶ τῆς δικῆς μας συγγενείας ὀνομασίες. Καθὼς ἡ διαφορὰ εἰς τὴν ἀποκάλυψιν καὶ ὄχι τῆς πρὸς ἄλληλα σχέσεως διάφορον, ἔκαμε διαφορετικὴν καὶ τὴν ὀνομασία: Πατὴρ–Υἱὸς–Ἅγιον Πνεῦμα». Καὶ ἀλλοῦ: «Τὸ αἴτιονδὲν εἶναι ἀρχαιότερον ἀπὸἐκεῖνα τῶν ὁποίων εἶναι αἴτιον. Διότι οὔτε ὁἥλιος εἶναι ἀρχαιότερος ἀπὸ τὸ Φῶς»3.
Καὶ μιὰ μικρὴ ἔνδειξη ἀπὸ τὸν ἅγ. Συμεών, τοῦ πῶς θεολογοῦν οἱ Ἅγιοι καὶ πῶς αἱρετίζει ὁ κ. Ζηζιούλας, καὶ ἀκόμα πῶς ἀντιμετώπιζαν οἱ Ἅγιοι τοὺς κακόδοξους τῆς ἐποχῆς τους. (Περισσότερα γιὰ αὐτὴ τὴν «τερατώδη αἵρεση» στὸν ἅγιο Συμεών).
Ἰσχυρίζονται κάποιοι (λέγει ὁ Ἅγιος) πὼς «μείζων ὁ Πατὴρ τοῦ Υἱοῦ, καθ᾿ὃ αἴτιός ἐστι τῆς ὑπάρξεως τοῦ Υἱοῦ». Καὶ κατακεραυνώνει κάθε ἕνα ποὺ θεολογεῖ κακοδόξως, ὅπως ὁ κ. Ζηζιούλα: «Εἰἀδιαίρετος ἦν …ἡ παναγία Τριάς, τίς ἐδίδαξε,τίς ἐνενόησε μέτρα καί βαθμούς, πρῶτον καὶ δεύτερον, μεῖζον καὶἔλαττον ἐν αὐτῇ; Τίς τοῖς ἀθεάτοις καὶἀγνώστοις καὶπάντῃἀνερμηνεύτοις καὶἀκατανοήτοις ταῦτα ἐξέθετο; Τὰγὰρἀεὶἡνωμένακαὶἀεὶὡσαύτωςὄντα,ἀλλήλωνπρῶταεἶναιοὐδύνανται»4.
Εἶναι δυνατόν, λοιπόν, Σεβασμιώτατοι,νὰἔχει ἡὈρθόδοξος Ἐκκλησία δύο θεολογίες; Μία τῶν Ἁγίων καὶ μία τοῦ μητροπολίτου Περγάμου κ. Ζηζιούλα;
Ἂς ἐπανέλθουμε, ὅμως, στὴ συνέχεια τοῦ ἄρθρου τοῦ κ. Ζηζιούλα:
«Ἡεὐχαριστιακὴκοινότηταεἶναι δομημένη ἱεραρχικά… Ὁ πρῶτος ἔχει τὴν τιμὴκαὶ προηγεῖται μόνο γιατὶἐλεύθερα τὸν ἀποδέχονται οἱ μετ’ αὐτόν. Τὸ πρότυπο τῆς εὐχα-ριστιακῆς ἱεραρχίας εἶναι ἡἉγ. Τριάδα, στὴν ὁποία σαφῶς καὶὑπάρχει ἱεραρχία (βλ. “ὁΠατήρ μου μείζων μού ἐστι”),ἀλλὰἡ προσωπικὴἱεράρχηση (ποτὲ π.χ. δὲν μποροῦμε νὰβάλουμεπρῶτοτὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἢτρίτον τὸν Υἱό), δὲν συνεπάγεται μείωση τῆς οὐσίας, δηλ. ὀντολογικὴἱεράρχηση: τὰ τρία πρόσωπα εἶναι ἴσα καὶ ταυτίζονται κατὰ τὴν οὐσία»5.
Ὁ Μ. Βασίλειος, ὅμως, διαφωνεῖ ριζικὰ μὲ τὸν κ. Ζηζιούλα: «Γιὰ τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸ καὶτὸἍγιο Πνεῦμα διδάσκοντας ὁΚύριος, δὲνχρησιμοποίησε μαζὶ κι ἀρίθμηση. Δὲν εἶπε δηλ.: Στὸν πρῶτο καὶδεύτερο καὶτρίτο. Οὔτε: Σ’ ἕνα καὶ δύο καὶ τρία… Ἕνας εἶναι ὁΘεὸς καὶ Πατέρας, ἕνας κι ὁ μονογενὴς Υἱὸς κι ἕνα τὸ Πνεῦμα τὸἍγιο. Καθεμιὰἀπὸ τὶς ὑποστάσεις τὴν ἐξαγγέλλουμε μονωμένα. Κι ἂν χρειασθεῖ νὰ τὶς συναριθμήσουμε, δὲν γλιστρᾶμε μὲἀπαίδευτη ἀρίθμηση σὲἔννοια πολυθεΐας. Γιατὶ δὲν ἀριθμοῦμε προσθέτοντας, γιὰ ν’ αὐξήσουμε τὸἕνα σὲ πλῆθος, λέγοντας ἕνα καὶ δύο καὶ τρία, οὔτε πρῶτο καὶ δεύτερο καὶ τρίτο. “Ἐγὼ Θεὸς πρῶτος κι ἐγὼ κατόπιν”».
Ἂς δοῦμε, σὲ ἀντιπαράθεση τώρα, τὶς συνεχιζόμενες βλασφημίες τοῦ Ζηζιούλα, ποὺ γράφει: «Ὁ Υἱὸς εἶναι ἐκ τοῦ Πατρὸςκαὶδὲν μποροῦμε νὰ βάζουμε τὸν Υἱὸ πάνω ἀπὸ τὸν Πατέρα ἢ δίπλα–δίπλα, Ἴσον μὲ τὸν Πατέρα. Ἐὰν μέσα στὴν Ἁγία Τριάδα, …ὑπάρχει Ἱεραρχία, πῶς εἶναι δυνατὸν ἡἘκκλησία ποὺ εἰκονίζει τὴν Ἁγία Τριάδα νὰ μὴν ἔχει Ἱεραρχία; …Ἀκόμη καὶμέσα στὸ σῶμα τῶν Ἀποστόλων ἔχουμε τὸν Πέτρο, ὁὁποῖος ὁπωσδήποτε ξεχωρίζει ἀπὸ τοὺς ἄλλους»6. Ὡς πρὸς τί ξεχωρίζει ὁ Πέτρος, δὲν μᾶς τὸ ἐξηγεῖ θεολογικά· μόνο μὲ τὴν Παπική-Λατινικὴ λογικὴ ποὺ ἀποδέχεται ὁ κ. Ζηζιούλας, μόνο ἔτσι ξεχωρίζει ὁ Πέτρος; Ἀντίθετα ἡ Ἐκκλησία ξεχώρισε τὸν εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, στὸν ὁποῖο ἀπέδωσε μόνο σ’ αὐτόν, ἀπὸ ὅλους τοὺς Ἀποστόλους, τὸ ὄνομα τοῦ θεολόγου.
Αὐτὴ εἶναι ἡ αἱρετικὴ θεολογία τοῦ κ. Ζηζιούλα περὶ Ἁγίας Τριάδος· διαστρεβλώνει τὸ μυστήριό της καὶ κατόπιν φέρνει τὸ θέμα ἐκεῖ ποὺ στοχεύει ὅλη αὐτὴ ἡ αἱρετικὴ θεολογία του, στὸν Πέτρο καὶ στὸν Πάπα, ποὺ κρύβεται πίσω ἀπὸ τὸν Πέτρο. Καὶ τελειώνει: «Τὸκεφάλι δὲν μπορεῖ νὰ μὴν ἔχει προτεραιότητα ἔναντι τοῦ ποδιοῦ. ἘπειδὴὁἘπίσκοποςἔχει τὴν ἰδιότητα τοῦ πατέρα μέσα στὴν Ἐκκλησία, γι’ αὐτὸ κάθεται εἰς τύπον καὶ τόπον τοῦΠΑΤΡΟΣ.Ἐὰν στὴν ὕπαρξή μας καταργήσουμε τὴν Ἱεραρχία, καταργοῦμε τὴν προσωπικὴἑτερότητα. Θεωροῦμε τὸν ἑαυτό μας αὐθύπαρκτο…»! Γιὰ νὰ μὴν «ξεγελιόμαστε, λοιπόν, ἀπὸ τὴν πονηρὴ ὁρολογία», πρέπει νὰ καταλάβουμε πὼς ἐδῶ ὁ κ. Ζηζιούλας διδάσκει τὸ ἐξωφρενικό· πὼς «τάχα, ἡ Ἐκκλησία εἰκονίζει τὴν Ἁγία Τριάδα… Μὲ τὶς λέξεις περιγράφεται ἡ ἀναλογία τοῦ Ἀκινάτη, καὶ τὸ πρωτεῖο τοῦ πάπα θεμελιώνεται ὀντολογικὰ γιὰ πάντα στὸν ὁρισμὸ τοῦ Θεοῦ σὰν l’ esse ipsum subsistens»7.
Ἔτσι, «ἐπινοεῖ (ὁ κ. Ζηζιούλας) καὶ μία θανατηφόρο Τριαδολογία, ἡ ὁποία σκοπὸ ἔχει τὴν ἀναγνώριση τοῦ Πρωτείου τοῦ Πάπα! Ἑρμηνεύει τὸν Πατέρα σὰν Θεό, σὰν ὀντο-λογικὴἈρχὴ τῆς Τριάδος. Ἐνῶ οἱ Πατέρεςἔβλεπαν τὸνΠατέρα σὰν Αἰτία κινήσεως τῆς Τριάδος» καὶ τὴν «ὕπαρξη τῶν Τριῶν προσώπων τῆς Ἁγ. Τριάδος ταυτόχρονη. Ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἡ ἕνωση τῶν δύο φύσεων στὴν ὑποστάση τοῦ Υἱοῦ, ὑπῆρξε ταυτόχρονη. «Ἂς δοῦμε γιὰ ἄλλη μία φορά, τί ἔχει νὰ μᾶς πεῖ ἐπὶ τοῦ θέματος ὁ ἅγ. Μάξιμος… “ὁ Πατέραςδὲν ἀπόκτησε ἐκ τῶν ὑστέρων τὸ ὄνομα οὔτε ὡς ἀξίωμά ποὺ ἔλαβε ἐκ τῶν ὑστέρων νοοῦμε τὴν Βασιλεία. ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΑΡΧΗ ΣΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΑΡΧΙΣΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΠΑΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΕΥΣ. Γιατὶ ἡ σχέση μεταξὺ τῶν Τριῶν Προσώπων ὑποδηλώνει τὴν συνύπαρξή τους, καὶ δὲν ἐπιτρέπει αὐτά, τῶν ὁποίων εἶναι καὶ λέγεται σχέση, νὰ θεωροῦνται μεταγενέστερα τὸ ἕνα ἀπὸ τὸ ἄλλο!”»8.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ὀρθοδοξεῖ ὁ κ. Ζηζιούλας, ἢ μήπως εἶναι αὐτὸς (ὅπως ὑποστηρίχτηκε) «ποὺ ράβει τὸ Ὀρθοδοξο κουστοῦμι τοῦ Πάπα…»;
Στὸ σημεῖο αὐτό, θὰ παρουσιάσουμε κάποιες ἀκόμα παπικὲς καὶ ὀρθόδοξες δηλώσεις καὶ κείμενα ποὺ δείχνουν ὅτι ἔχει δρομολογηθεῖ (καὶ ὑφίσταται ἐν μέρει) ἡ ἐξίσωσι τῆς αἱρετικῆς «ἐκκλησίας» τῶν Παπικῶν μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ ἡ Ἕνωση τους μὲ καμουφλαρισμένο τὸ Πρωτεῖο καὶ τὸν αἱρετικὸ Πάπα Πρῶτο ὡς εἰκονίζοντα τὸν ΘεὸΠατέρα!!!
Ὁ Πάπας Ἰωάννης-Παῦλος Β’ στὴν Ἐγκύκλιόν του «Ἵνα ἓν ὦσιν» γράφει: Εἴθε τὸ Ἅγιον Πνεῦμα «νὰ φωτίση ὅλους τοὺς ἐπισκόπους καὶ θεολόγους τῶν Ἐκκλησιῶν μας, γιὰ νὰδυνηθοῦμε νὰ βροῦμε ὁἕνας μαζὶ μὲ τὸν ἄλλον τὶς μορφές, στὶς ὁποῖες αὐτὴἡδιακονία(τοῦἐπισκόπου Ρώμης) δύναται νὰ πραγματοποιῆ μίαν διακονίαν τῆς ἀγάπης, ποὺθὰἀναγνωρίζεται ἀπὸ τοὺς μὲν καὶἀπὸ τοὺς ἄλλους»9. Ὅπως βλέπετε, τὸ παπικὸ Πρωτεῖο, ἐπειδή “σοκάρει” (καὶ γιὰ νὰ μὴ “σοκάρει”) τὸ βάπτισαν “διακονία”!
Ἂς δοῦμε, πῶς ἐννοοῦν οἱ ἴδιοι οἱ Παπικοὶ τέτοιες ἐκφράσεις. Μιὰ περικοπὴ ἐγγράφου τῆς Παπικῆς Ἐπιτροπῆς Πίστεως μᾶς διαφωτίζει: «Ἡἑνότης τῆς Εὐχαριστίας καὶἡἑνότης τοῦ συνόλου τῶν Ἐπισκόπων μαζὶ μὲ τὸν Πέτρον καὶὑπὸ τὸν Πέτρον, ὄχι ἀνεξάρτητες ἡ μία ἀπὸ τὴν ἄλλην, εἶναι ρίζα τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας». (Εἰς Θεοδώρου Ε., ὅπ. παρ.). Τὸ Βατικανὸ μιλᾶ ἐδῶ ξεκάθαρα περὶ ὑποταγῆς ὅλων στὸν Πέτρον, δηλ. στὸν Πάπα. Σὰν κάτι νὰ θυμίζει ἀπὸ τὴν Ζηζιούλεια «ἐκκλησιολογία» αὐτό.
«Ὁ Πάπας Βενέδικτος ἔχει πῆ (1976): “Ἡ Ρώμη, ἐν σχέσει πρὸς τὴν διδασκαλίαν περὶπρωτείου, δὲν πρέπει νὰ ζητῆἀπὸ τὴν Ἀνατολὴν περισσότερον ἀπὸὅ,τι διατυπώθηκε καὶβιώθηκε κατὰ τὴν πρώτην χιλιετίαν. Ὅταν ὁ Πατρ. Ἀθηναγόρας τὴν 25/7/67, κατὰ τὴν ἐπί-σκεψιν τοῦ Πάπα στὸ Φανάρι, χαρακτήριζε αὐτὸν ὡς διάδοχον τοῦ Πέτρου, ὡς πρῶτον στὴν τιμὴν ἀνάμεσά μας, ὡς τὸν Προκαθήμενον τῆς ἀγάπης, βρισκόταν στὸ στόμα τοῦμεγάλου αὐτοῦἐκκλησιαστικοῦἡγέτου τὸοὐσιῶδες περιεχόμενον τῶν περὶπρωτείουἐκφράσεων τῆς πρώτης χιλιετίας καὶπερισσότερα δὲν πρέπει νὰἀπαιτῆἡ Ρώμη”»10.
Πίσω λοιπόν, ἀπὸ τὴν μετα-πατερικὴ καὶ βαπτισματικὴ θεολογία, τὴν θεωρία τῶν κλάδων καὶ τὴν εὐχαριστιακὴ ἐκκλησιολογία κρύβεται ἡ περιπόθητη ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν. Καὶ τὴν ἕνωση αὐτὴ ο Ζηζιούλας, καὶ ὅλο τὸ οἰκουμενιστικὸ τιμ, τὴν βλέπει ὡς ἕνωση ἐξωτερική, ὡς ἕνωση μὲ ἀμοιβαῖες παραχωρήσεις, ὡς ἕνωση ὑπὸ τὸν Πάπα. Γι’ αὐτὸ καὶ τελευταῖα (μὲ τὴν Ραβέννα, τὴν Ἐλοῦντα τῆς Κρήτης, τὴν Κύπρο καὶ τὴν Βιέννη) ἀγωνίζονται νὰ περάσουν τὴν θέση ὅτι τὸ Πρωτεῖο ὑφίστατο στὴν πρώτη χιλιετία, ὥστε νὰ μᾶς ὑποχρεώσουν νὰ ἀποδεχθοῦμε τὸν Πάπα μὲ ἕνα ὀρθοδοξοποιημένο Πρωτεῖο.
«Ὅπως ἐπισημαίνει ὁ κ. Ζηζιούλας, κοσμικοὶ παράγοντες, οἱὁποῖοι κυριαρχοῦσαν τότε στὴν ἐκκοσμικευμένη ὀρθοδοξία καὶ δὲν τῆς ἐπέτρεψαν νὰ δεῖ τὴν Ἱερότητατοῦπρωτείου. Ἐδῶ βρίσκεται ἡἈποθέωση. Ἀντὶ νὰὁμολογήσουν πὼς αὐτοὶ οἱ κοσμικοὶπαράγοντες γέννησαν τὴν ἀπαίτηση τοῦ πρωτείου, ἰσχυρίζονται (Ζηζιούλας καὶ Kasper), πὼς αὐτοὶ οἱ παράγοντες ἐμπόδισαν τοὺς ἄλλους νὰἀναγνωρίσουν τὴν ἀλήθεια τοῦπρωτείου»!11 Τώρα, ὅμως, ἔχουμε ἀνάγκη τὸ Πρωτεῖο, «ὅπως διεκήρυξε στὸ Μποζὲ τῆς Ιταλίας ὁΠεργάμου: ἡἘκκλησία ἔχει ἀνάγκη τὸ παπικό πρωτεῖο!!!» («Ο.Τ.» 16-7-1999)12.
Ὑπάρχει, ὅμως, καὶ μιὰ συνέντευξη τοῦ κ. Ζηζιούλα στὴν “La Republica” (Ἰταλικὴἐφημερίδα). «Στὴ Ραβέννα (εἶπε ὁ κ. Ζηζιούλας) …ξαναρχίσαμε τὸν διάλογο, εἶναι παροῦσες ὅλες οἱὈρθόδοξες Ἐκκλησίες, μαζὶ μὲ τὴν Καθολική. Μεταξύ μας ἔχουμε τὴν ἴδια πίστη καὶ τὴν ἴδια παράδοση. Τὸ μεγαλύτερο πρόβλημα ποὺἔχουμε νὰἀντιμετωπίσουμε, εἶναι τὸπρωτεῖο… Ἐγὼὑποστηρίζω ὅτι μπορεῖ νὰ βρεθεῖμία λύση. Ἀρκεῖ νὰπροσδιορίσουμεἀρκούντως τὴθέση τοῦἐπισκόπου τῆς Ρώμης στὴ δομὴ τῆς Οἰκουμενικῆς Ἐκκλησίας (σ.σ. τῆς «ἐκκλησίας», ἑνωμένης ὑπὸ τὸν Πάπα). ΟἱὈρθόδοξοι εἶναι ἕτοιμοι νὰ δεχτοῦν τὴν ἰδέα ἑνὸς οἰκουμενικοῦ πρωτείου καί, σύμφωνα μὲ τοὺς κανόνες τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας, ὁ ἐπίσκοπος τῆς Ρώμης εἶναι ὁ πρῶτος”». Πιὸ ὠμὸς δὲν γινόταν νὰ εἶναι ὁ κ. Ζηζιούλας.
Καὶ ἕνα τελευταῖο μαργαριτάρι οἰκουμενιστικῆς λογικῆς ἀπὸ τὸν κ. Ζηζιούλα στὴ Βιέννη τὸ 2010, ποὺ δίνει τὸ κλειδὶ τῆς Ἑνώσεως: «προσαρμογὴκαὶ ἀπὸ τὶς δύο πλευρὲς» γιὰ τὴν παγκόσμια Ἐκκλησία μὲ ἐπικεφαλὴς τὸν Πάπα. Εἶπε: «Ἡἑνότητα θὰἀπαιτήσει ἀλλαγὲς καὶἀπὸ τὶς δύο πλευρές. “Ἐγὼ δὲν θὰἤθελα νὰ τὶς ὀνομάσω ἀνασχηματισμούς…, ἀλλὰ μιὰπροσαρμογὴ καὶἀπὸ τὶς δύο πλευρές”, δήλωσε ὁἸωάννης (Ζηζιούλας). Γιὰ τοὺς Ὀρθοδόξους, εἶπε, αὐτὸ σημαίνει ἀναγνώριση, ὅτι ὑπάρχει μιὰ καθολικὴχριστιανικὴἐκκλησία σὲἕνα ἐπίπεδοὑψηλότεροἀπὸἐκεῖνο τῶν ἐθνικῶν τους ἐκκλησιῶν καὶὁἐπίσκοπος τῆς Ρώμης εἶναι ἡπαραδοσιακή της κεφαλή”»!13 Στὸ ἴδιο πνεῦμα ὁ Walter Kasper: «ἡἑνότης στὴν πίστιν δὲν σημαίνει ἀνυπερθέτως τὴν ἑνότητα σὲὅλες τὶς διατυπώσεις τῆς πίστεως αὐτῆς»! Οἱ «ὀρθόδοξοι» οἰκουμενιστὲς ἀποδέχτηκαν σιωπηρὰ αὐτὴν τὴν δήλωση. Ἀλλὰ καὶ ὁ Πάπας Ἰωάννης-Παῦλος εἶχε τονίσει ὅτι τὰ σχίσματα «μὲκανένα τρόπον δὲν ζημιώνουν ἢἐγγίζουν τὴν οὐσίαν τῆς πίστεώς των, ἐπειδὴ αὐτὰδημιουργήθηκαν μόνον ἀπὸδιαφορὲς στὴν ὁρολογίαν»!!! Τὸ συμπέρασμα, ποὺ ἀπὸ τέτοιες δηλώσεις ἔβγαλε ὁ παπικὸς θεολόγος Φ. Gahbauer: «Οἱδιαφορετικὲς διατυπώσεις τοῦ περιεχομένου τῆς πίστεως δὲν ἐγγίζουν τὴν ἀλήθειαν τῆς πίστεως»14.
Μετὰ ἀπὸ αὐτά, Μακαριώτατε καὶ Σεβασμιώτατοι, τὰ λίγα ἀλλ’ ἐνδεικτικὰ ποὺ παραθέσαμε ὡς καταγγελία, ἐλπίζουμε πὼς σᾶς δίνεται ἡ ἀφορμὴ νὰ ἐρευνήσετε μὲ τὴν «καλὴ ἀνησυχία» ἐνδελεχῶς τὴν περίπτωση τῆς φθορᾶς ποὺ ὑφίστανται οἱ πιστοὶ καὶ ἡ Ὀρθοδοξία ἀπὸ ἀπὸ τέτοιες αἱρετικὲς θέσεις ποὺ διασπείρει ὁ Μητρ. Περγάμου κ. Ἰωάννης Ζηζιούλας.
Ἁρμόδιος Δικαστικὸς Ἐπιμελητὴς νὰ ἐπιδώσει νόμιμα τὴν παροῦσα πρὸς τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὅπως αὐτὴ ἐκπροσωπεῖται νόμιμα, γιὰ νὰ λάβει γνώση καὶ γιὰ τὶς νόμιμες συνέπειες, ἀντιγράφοντας τὸ περιεχόμενο τῆς παρούσης στὴν ὑπ’ αὐτοῦ συνταχθησομένη ἔκθεση ἐπιδόσεώς του.
Βόλος 11 Δεκεμβρίου 2011
Διὰ τὸν Χριστιανικὸ Ἀγωνιστικὸ Σύλλογο «Ἅγ. Θεόδωρος ὁ Στουδίτης»
Ὁ Πρόεδρος Γρηγορίου Γρηγόριος, ἡ Γραμματέας Νάκου- Ξανθᾶ Χριστίνα
Διὰ τὴν Φιλορθόδοξο Ἕνωσι «Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος»
Ὁ Πρόεδρος Ντετζιόρτζιο Λαυρέντιος, Ὁ Γραμματέας Σημάτης Παναγιώτης
1 Στὸ Ὑπόμνημα πρὸς τὴν Ἱ. Σύνοδο ὁ Μητροπ. Γλυφάδας ἐτόνιζε ὅτι ὁ ὅρος «μεταπατερική Θεολογία» εἶναι ὅρος «καινοφανής, ἀντιβιβλικός καί ἀνορθόδοξος…, ἐπειδή ἀναιρεῖ τὸ βασικὸ κύτταρο τῆς Πατερικῆς Θεολογίας τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι ἀδύνατη ἡ ὕπαρξη περιόδου μετὰ τοὺς Πατέρες, ἀφοῦ πάντοτε ἡ Ἐκκλησία θὰ αὐξάνεται θεολογικά μὲ τὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διὰ τῶν Θεοφόρων Πατέρων. Ἀλλὰ ἀπορρίπτουμε τὸν ὅρο «μεταπατερική Θεολογία», ἐπειδὴ μᾶς ὁδηγεῖ κατ’ εὐθείαν στὸν Προτεσταντισμό. Ἡ Ἐκκλησία χωρὶς Πατέρες θὰ ἦταν ἕνα «ψευδεπίγραφο χριστιανικὸ προτεσταντικὸ μόρφωμα», ποὺ δὲν θὰ εἶχε καμμία σχέση μὲ τὴν «Μίαν, Ἁγίαν… Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν».
Ἀλλὰ καὶ ὁ καθηγητὴς Πανεπιστημίου καὶ μητροπολίτης Γόρτυνος κ. Ἰερεμίας, σὲ πρόσφατο κείμενό του γιὰ τὴν μεταπατερική θεολογία (ποὺ δημοσιεύτηκε στὸν ἐκκλησιαστικὸ Τύπο), τονίζει ὅτι οἱ μεταπατερικῶς θεολογοῦντες «προσβάλουν τὴν μνήμη τῶν Ἁγίων καὶ εἶναι ἄγευστοι τοῦ πατερικοῦ πνεύματος καί ἔπρεπε νά… ντρέπωνται» γι’ αὐτό, χαρακτηρίζει τὴν μεταπατερική Θεολογία ὡς «βλασφημία ἐναντίον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Καὶ συνεχίζει: «Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι γνωρίζουμε καλά ὅτι οἱ ἅγιοι Πατέρες εἶναι ἑνωμένοι καί ὅτι ἡ διδασκαλία τους εἶναι ἕνας “πύργος ὁμοφωνίας” καὶ ὄχι “πύργος Βαβέλ”, διαφωνίας δηλαδή», ὅπως συμβαίνει μὲ τοὺς ἑτερόδοξους. Καὶ καταλήγει: Ἐγὼ θέλω νὰ «εἶμαι ἕνας πατερικός καὶ ὄχι μετα-πατερικός κήρυκας τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ». Κι ὅμως, αὐτὴν τὴν μετα-πατερικὴ θεολογία ἀποδέχεται καὶ διακινεῖ ἀνεμπόδιστα (ἐκτὸς τοῦ Δημητριάδος) καὶ ὁ Περγάμου κ. Ἰω. Ζηζιούλας.
2 Εἰς Βλάχου Ἱεροθέου, μητροπ. Ναυπάκτου, ἄρθρο «Ἡ Βαπτισματικὴ Θεολογία».
3 «Ἂς δοῦμε ὅμως καὶ μία θεολογικὴ ἑρμηνεία τῆς κινήσεως τῆς Ἁγίας Τριάδος, τὴν ὁποία ἑρμηνεύει Ἱεραρχικὰ ὁ μεγαλύτερος θεολόγος, ἅγιος Μάξιμος ὁμολογητής, ambigua, 23: “Πῶς ἐξηγεῖται τὸ γραφὲν ὑπὸ Γρηγορίου; Διὰ τοῦτο μονὰς ἀπ’ ἀρχῆς εἰς δυάδα κινηθεῖσα μέχρι Τριάδος ἔστη!; Κινεῖται (ἀπαντᾶ ὁ ἅγ. Μάξιμος) μέσα στὸν Νοῦ ποὺ εἶναι ἄξιος νὰ τὴν κατανοήσει, ὁ ὁποῖος μέσῳ τῆς Μονάδος καὶ μέσα στὴν Μονάδα ὁλοκληρώνει κάθε ἔρευνά του σ’ αὐτὴ ἢ γιὰ νὰ τὸ ποῦμε διαφορετικά, ὁλοκλήρη ἡ Μονὰς ἀχώριστη διδάσκει καὶ φανερώνει στὸν Νοῦ, στὴν πρώτη του ἐπαφὴ μαζί Της, τὴν ἀλήθεια γύρω ἀπὸ τὴν Μονάδα, ἔτσι ὥστε νὰ μὴν εἰσαχθεῖ χωρισμὸς στὴν πρώτη Αἰτία» (Εἰς Νικολαΐδη Σταύρου, Τὸ ὑποκείμενο Ἐκκλησιάζεται).
4 Συμεὼν τοῦ Ν. θεολόγου, Θεολογικὸς Πρῶτος (13, 14), Καὶ κατὰ τῶν τιθεμένων τὸ πρῶτον ἐπὶ τοῦ Πατρός.
5 Ζηζιούλα Ἰω., «Εὐχαριστία καὶ Κόσμος», Ὁμιλία στὴν Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν Βόλου (2008).
6 Νικολαΐδης Σταῦρος, Τὸ Ὑποκείμενο Ἐκκλησιάζεται.
7 Νικολαΐδης Σταῦρος, ὅπ. παρ.
8 http://amethystosbooks.blogspot.com/2011/10/blog-post_3622.html.
9 Θεοδώρου Εὐάγ., Προσέγγισις μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Ρωμαιοκαθολικῶν, π. «Θεολογία» τ. 77/2, Ἀθῆναι, 2006.
10 Θεοδώρου Εὐαγ., ὅπ. παρ.
11 http://amethystosbooks.blogspot.com/2009/10/blog-post_23.html
12 Κορναράκη Ἰω., Τὸ κείμενον τῆς Ραβέννας προσωπεῖον τοῦ θεολογικοῦ διαλόγου.
13 orthodoxia-pateriki.blogspot.com/2010/09/blog-post_26.html#ixzz1c17vVSkB
14 Θεοδώρου Εὐάγ., ὅπ. παρ.